Φορολογούν το λαό και ενισχύουν το μεγάλο κεφάλαιο!







ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΟΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΧΝΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ 2018


   Και ο νέος, για το 2018, προϋπολογισμός του δήμου Αμαρουσίου είναι κομμένος και ραμμένος στις οδηγίες της εγκυκλίου για ισοσκελισμένους  προϋπολογισμούς, πράγμα που σημαίνει τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής   της κυβέρνησης σε τοπικό επίπεδο με την υπερφορολόγηση  των δημοτών και την ταυτόχρονη στέρησή τους από έργα, υπηρεσίες και υποδομές. Πρόκειται για έναν αντιλαϊκό, φοροεισπρακτικό προϋπολογισμό,  που έχει  στο στόχαστρο τη λαϊκή οικογένεια, στην οποία ενιαία, κράτος και Τοπική Διοίκηση, φορτώνουν τα βάρη της καπιταλιστικής κρίσης: Το κεντρικό κράτος συνεχίζει να στραγγίζει τα οικονομικά των δήμων και αυτοί να καλύπτουν τα ελλείμματά τους με όλο και μεγαλύτερη φορολόγηση των δημοτών και ιδιωτικοποιήσεις. 
Συγκεκριμένα, η οικονομική καχεξία των δήμων για την οποία «γκρινιάζουν» υποκριτικά οι δημοτικές αρχές των αστικών κομμάτων - αλλά στην πράξη την αποδέχονται  - θα επιδεινωθεί και το 2018  με τη μείωση της τακτικής κρατικής επιχορήγησης (ΚΑΠ) να ξεπερνάει το 60% σύμφωνα με τη νέα περικοπή  κονδυλίων 220 εκατομμυρίων ευρώ σε σχέση με τα προγραμματισμένα. Κονδύλια που θα διατεθούν στο μεγάλο κεφάλαιο για έργα που υλοποιούνται με βασικό κριτήριο την εξασφάλιση ικανοποιητικού ποσοστού κέρδους, μακριά από τις λαϊκές ανάγκες.
Όλα τα παραπάνω αντανακλώνται και στον προϋπολογισμό του δήμου Αμαρουσίου:
1. Από τα τακτικά έσοδα του Δήμου (30,10 εκ.€) τα 22.03 εκ. (73,2%) προέρχονται από την άμεση τοπική φορολογία (5,97 εκ.) και τα ανταποδοτικά τέλη (16,06 εκ.). Αντίθετα η κρατική συμμετοχή περιορίζεται στα 7,46 εκ. (24,8%). Συνολικά, απέναντι στην πλασματική αναγραφή των 125,77 εκ € ως «έσοδα» για το 2018, τα πραγματικά προϋπολογιζόμενα έσοδα ανέρχονται σε 50,78 εκ. Αφαιρούνται δηλαδή τα κονδύλια (75 εκ.), που αναγράφονται ως «Χρηματικά υπόλοιπα προερχόμενα από τακτικά» και από «έκτακτα έσοδα» καθώς και εκείνα, που αναγράφονται στο συνοπτικό «Πίνακα Δαπανών» ως «Προβλέψεις μη είσπραξης».
Ειδικότερα, τα «Έσοδα από ανταποδοτικά τέλη και δικαιώματα» υπερβαίνουν τα προϋπολογισθέντα. Από τα 16,18 περίπου που είχαν προϋπολογιστεί για το 2017 προβλέπεται τελικά να εισπραχτούν  16,93 εκ. Αυτό σημαίνει ότι η «εισπραξιμότητα», για την οποία όλες οι άλλες δημοτικές παρατάξεις …νοιάζονται,  ξεπέρασε το 100% κατά 4,5 μονάδες. Το ίδιο και για τα «Έσοδα από λοιπά τέλη δικαιώματα …»,  όπου  η εισπραξιμότητα αγγίζει επίσης το 100%.
Στον αντίποδα  βρίσκονται οι επιχορηγήσεις από το κεντρικό κράτος.  Συγκεκριμένα από τις «Έκτακτες επιχορηγήσεις για κάλυψη λειτουργικών δαπανών» στο ταμείο του  δήμου προβλέπεται να φτάσει μόνο στο 30%  των προϋπολογισθέντων και από τις «Επιχορηγήσεις για επενδύσεις» μόνο το 24%.
Με βάση τα παραπάνω, παίρνοντας υπόψη ακόμη και την υπερβολική αναγραφή των 5,43 εκ ως έκτακτες «Επιχορηγήσεις για επενδύσεις» (η τελική πρόβλεψη για το 2017 προσγειώθηκε στα 0,96 εκ.), το σύνολο της κρατικής επιχορήγησης (12,86 εκ.) περιορίζεται στο 25% με τα «ίδια έσοδα» να ακουμπάνε το δυσθεώρητο 75%! Μα και αυτή η σχέση θα επιδεινωθεί στην πράξη. 
2. Στο πλαίσιο της στρατηγικής των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, που εξειδικεύεται στο χώρο της Τοπικής Διοίκησης, η οποία ως κομμάτι του κρατικού μηχανισμού αναλαμβάνει σημαντικό ρόλο στην άσκηση της αντιλαϊκής πολιτικής, η δημοτική αρχή στο Δήμο μας αντιμετωπίζει τον δήμο σαν επιχείρηση, μετρώντας απλά λογιστικά κέρδη και ζημιές. Λειτουργεί με τη λογική της λεγόμενης ανταπόδοσης,  δηλαδή της υπερφορολόγησης, βάζοντας  στο περιθώριο τις λαϊκές ανάγκες καθώς και αυτές των εργαζομένων στα συνεργεία του δήμου. Τα νούμερα είναι αδιάψευστα και αρκούμαστε εδώ σε δύο μόνο παραδείγματα:  
(α) Για το πόσο «αναπτυξιακός», σε σχέση με τις λαϊκές ανάγκες, είναι ο χαρακτήρας του προϋπολογισμού αρκεί να δει κάποιος την εκτέλεση των έργων το 2017. Από τα 7.219.000 € που προϋπολογίστηκαν για «Έργα», προβλέπεται τελικά να απορροφηθούν τα  1.032.000, μόλις το 14%. Ειδικότερα για τα έργα αποχέτευσης ομβρίων και αντιπλημμυρικής προστασίας η εικόνα φαντάζει τραγική και συνάμα επικίνδυνη. Σύμφωνα με τις Τεχνικές Υπηρεσίες του Δήμου οι ανάγκες για νέα έργα στο Μαρούσι αποτιμώνται σε 21.000.000 €. Από αυτά προβλέπεται (όχι ότι θα γίνει κιόλας) να διατεθούν το 2018 μόλις 980.000 €, μα κι αυτά με επιχορήγηση από την Περιφέρεια. Από τα  «ίδια έσοδα» του Δήμου ούτε ένα ευρώ! Και αυτά εγκρίθηκαν από την πλειοψηφία, ενώ οι μνήμες από τη φοβερή καταστροφή στη Δυτική Αττική είναι ακόμη περισσότερο από νωπές.
(β) Το μέγεθος της «φροντίδα» της δημοτικής Αρχής για τους εργαζόμενους των συνεργείων του δήμου «μετριέται» στον Π/Υ του 2018, σύμφωνα με το Τεχνικό Πρόγραμμα, στα 45.000 € για το σύνολο των έργων και εργασιών, που έχουν να κάνουν με τη συντήρηση, εξυγίανση και βελτίωση των ηλεκτρομηχανολογικών και κτηριακών υποδομών της Δ/νσης Καθαριότητας και Ηλεκτροφωτισμού. Και αυτό, τη στιγμή που το συνολικό κονδύλι για την υπόψη Δ/νση, αν και εμφανώς υπερτιμημένο, ανέρχεται σε 27.189.453 €. Πώς να μην ανακαλέσει κανείς στη μνήμη του την ομηρική αποστροφή: Αιδώς Αργείοι!
3. Γενικότερα, το πρόβλημα με την έλλειψη εργαζομένων στο Δ. Αμαρουσίου επίσης παραμένει σοβαρό. Μείωση προσωπικού, πρόσκαιρες, λειψές προσλήψεις, αντικατάσταση της σταθερής μόνιμης εργασίας από την προσωρινή-ελαστική  κτλ. Εντατικοποίηση, ταυτόχρονα, της εργασίας σε καίριους τομείς, όπως είναι η αποκομιδή απορριμμάτων, καλύπτοντας με αυτό τον τρόπο τις μεγάλες ελλείψεις προσωπικού. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση των 8μηνιτών στην καθαριότητα που αντί να μονιμοποιηθούν, απλώς παρατάθηκαν οι συμβάσεις τους από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ως το τέλος του 2017, παρά τις ελλείψεις στις υπηρεσίες καθαριότητας των δήμων, πάντα υπό την απειλή της απόλυσης.  
4. Η «Λαϊκή Συσπείρωση», το ΚΚΕ,  είναι σε γραμμή αντιπαράθεσης με την εφαρμογή αυτής της πολιτικής γενικά αλλά και στο δήμο μας ειδικότερα. Βρίσκεται πάντα στην πρώτη γραμμή του αγώνα των λαϊκών στρωμάτων για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους. Στη βάση αυτής της αντίληψης ,οι δικές μας προτεραιότητες είναι οι λαϊκές ανάγκες για ζωή με δικαιώματα. Αρκετά μάτωσε – αρκετά πλήρωσε τα σπασμένα της κρίσης του κεφαλαίου ο φτωχός λαός. Δεν δεχόμαστε ευθύνες του κράτους που έχουμε χρυσοπληρώσει με την άμεση και έμμεση φορολογία, να μεταφέρονται στους δήμους και να τα ξαναπληρώνουμε από την αρχή. Δεν χάβουμε το συριζαίικο παραμύθι της «δίκαιης» ανάπτυξης που και η δημοτική αρχή μαζί με την κυβέρνηση αλλά και τη ΝΔ και τη λεγόμενη κεντροαριστερά προωθούν: Να αυγατίσει τα κέρδη του το κεφάλαιο μπας και περισσέψει κανένα ψίχουλο για το λαό. 
Στην πιο πάνω κατεύθυνση τοποθετήθηκαν οι κομμουνιστές δημοτικοί σύμβουλοι στην πρόσφατη συνεδρίαση του ΔΣ για το Τεχνικό Πρόγραμμα και τον Π/Υ του 2018. Για ακόμα μια φορά ανέδειξαν ότι «ζωή με δικαιώματα», στο επίπεδο της τοπικής διοίκησης, σημαίνει αγώνας για να εξασφαλιστούν από τον κρατικό προϋπολογισμό όλες οι αναγκαίες λειτουργικές δαπάνες. Να αποδοθεί το σύνολο των πόρων που έχουν θεσπιστεί για την ΤΔ και των οφειλόμενων σε αυτή. Να ανατραπεί το νομοθετικό πλαίσιο που καθιστά τους Δήμους και τις Περιφέρειες πεδίο επιχειρηματικής δραστηριότητας και τοπικού φοροεισπρακτικού μηχανισμού. Να μειωθούν δραστικά τα ανταποδοτικά τέλη για το λαό με προοπτική την πλήρη κατάργησή τους, να πληρώσει το κεφάλαιο. Εξασφάλιση της λειτουργίας και ανάπτυξη νέων δημόσιων κοινωνικών δομών με σύγχρονες, δωρεάν παροχές και υπηρεσίες για όλους. Κατάργηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της ανταπόδοσης, των ΣΔΙΤ και της παραχώρησης υπηρεσιών και αρμοδιοτήτων των Δήμων στους ιδιώτες, στις ΜΚΟ, στις Κοινωνικές Συνεταιριστικές Επιχειρήσεις.
Τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων του δήμου βρίσκονται στην αντίπερα όχθη από αυτά του κεφαλαίου, ντόπιου και ξένου. Καλούμε την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, τους αυτοαπασχολούμενους, μαζί και τη νεολαία, να λάβουν τα μέτρα τους. Στη νέα δύσκολη χρονιά που τους ετοιμάζουν δήμος, περιφέρεια και κυβέρνηση μαζί με την ΕΕ, να δώσουν μαχητική, δυναμική απάντηση. Να συμπορευτούν με το ΚΚΕ, να συγκροτήσουν τη δική τους κοινωνική συμμαχία κόντρα στο μαύρο μέτωπο κεφαλαίου-κυβέρνησης-τοπικής διοίκησης, να διεκδικήσουν την αναπλήρωση των απωλειών των χρόνων της κρίσης, τον πλούτο που παράγουν.